Category Archives: Uncategorized

ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΑΠΟΛΟΓΗΤΕΣ – Χρονολογιο

AthanasiosΧριστιανοί απολογητές ονομάσθηκαν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς που ασχολήθηκαν με την απολογητική της χριστιανικής θρησκείας, δηλαδή με την υπεράσπιση των χριστιανικών δοξασιών και της αξίας των ιερών γραφών. Οι απολογητές έγραψαν υπερασπίζοντας τον Χριστιανισμό απευθυνόμενοι τόσο προς Εθνικούς όσο και προς Ιουδαίους.

Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται συγκεκριμένα για τους χριστιανούς συγγραφείς του 2ου αιώνα αν και αυτός ο χρονικός προσδιορισμός αμφισβητείται λόγω μη επαρκών ιστορικών στοιχείων, αλλά και με μια ευρύτερη έννοια συνεχίζει να περιλαμβάνει ομοίως και συγγραφείς κατά τον Μεσαίωνα, τη Μεταρρύθμιση έως και σήμερα..

Όσον αφορά τους Χριστιανούς συγγραφείς των πρώτων αιώνων μ.Χ., όλοι έγραψαν απολογίες για να αποκρούσουν τις διάφορες κατηγορίες και συκοφαντίες των Εθνικών κατά των Χριστιανών, όμως συνήθως γίνεται διάκριση ανάμεσα σε αυτούς που έγραψαν απολογίες στην ελληνική γλώσσα και αυτούς που έγραψαν στη λατινική.

Απολογητές που έγραψαν στην ελληνική

Επιφανέστεροι στον 2ο μ.Χ. αιώνα ήταν οι Αθηναίοι Κοδράτος, Αριστείδης ο Αθηναίος και Αθηναγόρας, οι Παλαιστίνιοι Αρίστων από την Πέλλα και Ιουστίνος ο Μάρτυρας, οι Σύροι Τατιανός και Θεόφιλος Αντιοχείας, οι Μικρασιάτες Κλαύδιος Απολινάριος Ιεραπόλεως και Μελίτων ο Σάρδεων, αλλά και ο Ερμείας, που έγραψε το έργο "Διασυρμός των έξω φιλοσόφων". Επίσης, οι Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Κύριλλος Αλεξανδρείας, Ευσέβιος ο Καισαρείας, Αθανάσιος Αλεξανδρείας (ο Μέγας), και Ωριγένης, του οποίου το έργο Κατά Κέλσου αποτελεί την εγκυρότερη και πληρέστερη υπεράσπιση του Χριστιανισμού, με αριστοτεχνική επιχειρηματολογία και διαλεκτική δύναμη.

Απολογητές που έγραψαν στη λατινική

Κυριότερος εκπρόσωπός τους υπήρξε στα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα ο Μινούκιος Φήλιξ, με το έργο του Οκτάβιος. Τον 3ο αιώνα διακρίθηκε ο Τερτυλλιανός, με τα έργα του Απολογητικόν (Apologeticum) και Προς τα Έθνη (Ad Nationes). Την ίδια εποχή έδρασε ο Κυπριανός ο Καρχηδόνιος. Τον 4ο αιώνα αναδείχθηκε ο Αρνόβιος, με το έργο του Κατά των Εθνών, και ο μαθητής του Λακτάντιος, με κύριο έργο το Περί Θείων Θεσμών.

Επιχειρηματολογία

Οι χριστιανοί απολογητές του 2ου αιώνα υπερασπίστηκαν την Χριστιανοσύνη μέσω τεσσάρων θεμελιωδών επιχειρημάτων:

1. Η επίδραση που ασκεί η Χριστιανοσύνη στην ηθική των ακολούθων της. Η χριστιανική ελεημοσύνη, η κοινοκτημοσύνη, η αυτάρκεια, η απομάκρυνση από το μίσος ήταν ορισμένα από τα ηθικά οφέλη που τονίζονταν.

2. Οι προφητικές προβλέψεις που προέρχονται από τον Ιησού Χριστό και τους Προφήτες.

3. Οι αποδείξεις από την αρχαιότητα. Δινόταν έμφαση στην συνοχή και την ενότητα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, καθιστώντας φανερό ότι ο Χριστιανισμός δεν ήταν μια νέα ή πρόσφατη θρησκεία αλλά μια θρησκεία που έφτανε ως τον Μωυσή, ο οποίος προηγήθηκε από τους Έλληνες ποιητές και σοφούς[εκκρεμεί παραπομπή].

4. Τα θαύματα του Ιησού Χριστού. Αυτό το επιχείρημα χρησιμοποιήθηκε λιγότερο καθώς εκείνη την εποχή υπήρχε πληθώρα περιφερόμενων μάγων και ψευδόχριστων (ψευδομεσσίες), οι οποίοι εμφανίζονταν να εκτελούν θαύματα.

Αξιολόγηση του έργου των Απολογητών

Οι απολογητές, που χαρακτηρίζονται «φιλοσοφούντες θεολόγοι», θεωρείται ότι έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη διάδοση του Χριστιανισμού. Κατά κύριο λόγο ασχολήθηκαν με τους διανοούμενους εθνικούς της εποχής τους, καθώς και οι ίδιοι ήταν διανοούμενοι. Η θεολογία που εκφράζουν δεν είναι πλήρης, καθώς «ενδιαφέρθησαν δι’ όσα στοιχεία ήτο εύλογον ότι θα εγένοντο αποδεκτά από τους συνομιλητάς των, τα στοιχεία εκείνα τα οποία σήμερον θεωρούμεν ως περιεχόμενον της λεγομένης φυσικής θεολογίας». Παρουσιάζουν μια «σύνθεση της ελληνικής φιλοσοφίας με τη διδασκαλία του Χριστιανισμού» καθώς χρησιμοποιούν την ελληνική φιλοσοφία για να υπερασπίσουν τη νέα θρησκεία.

Χρονολογικος πινακας:

ClemensAlexandrien35 b. Ignatius. His letters to churches and to Polycarp are widely quoted in the early church

51 The Jewish persecution of Christians in Rome becomes so disruptive that the Jews are expelled from the city

60 b. Papias, Bishop of Hierapolis in Asia Minor. "He was a man of long ago and the disciple of one ‘John’ and a companion of Polycarp," according to Irenaeus

64 Emperor Nero blames the fire that destroys much of Rome on the Christians. He persecutes the church ruthlessly, and uses Christians as candles to light his garden. It is likely that both Peter and Paul were executed during this persecution

68 The end of Nero’s reign

69 b. Polycarp, in Smyrna. He was a strong defender of the faith in Asia Minor combating the Marcionites and the Valentinians. Irenaeus reported that Polycarp had communication with John the Apostle and ‘others who had seen the Lord’

81 Domitian becomes Emperor. As Emperor, he persecuted both Jews and Christians

96 The end of Domitian’s reign

96 d. Clement of Rome. He wrote influential epistles to Corinth

98 Trajan becomes Emperor. Trajan eventually instituted a policy toward Christians that stayed in effect until the time of Aurelius. His policy was not to seek Christians out, but if they were brought before the authorities they were to be punished, usually executed, for being Christians

By the end of the first century it is possible to document congregations in almost every city that Paul visited on his three missionary journeys. There are also a few churches in Egypt and along the coast of Northern Africa

origen107 Ignatius led to Rome and martyred

115 b. Ireneaus, the first great Catholic theologian and author of Against Heresies, a treatise against the gnostics

130 d. Papias

130 Conversion of Justin Martyr. Justin loved philosophy, and had studied many philosophies and pagan religions in his search for truth. He was an apologist, and taught that the seeds of truth (logos) could be found in all religions, but that only Christianity taught the whole truth

144 Marcion excommunicated for rejecting the Old Testament, rejecting most of the New Testament, and teaching that Christ only appeared to be human (Docetism). His challenge helps the church realize the necessity of formally recognizing the canon

150 b. Clement of Alexandria. He was an apologist who used Plato to support Christianity, and tried to reach gnostics by showing that only the Christian had real "gnosis." He helped establish the allegorical method of interpreting scripture. His works make up a large proportion of The Ante-Nicene Fathers, Vol. II

155 Polycarp was martyred in Smyrna by being burned to death. Polycarp declared, "Eighty and six years have I served Him, and He never did me any injury: how then can I blaspheme my King and my Savior?" The only known writings to survive are parts of letters he wrote to the Philippians

156 Possibly the beginning of the Montanist movement. They were an aescetic movement with apocalyptic visions. They claimed the Spirit spoke directly through their prophets and prophetesses

160 b. Tertullian. He objected to Justin’s use of philosophy to defend Christianity, saying "What has Athens to do with Jerusalem?." Late in life he became a Montanist and wrote Against Praxeas, which helped the church understand the Trinity

161 Marcus Aurelius becomes emperor. He abandoned Trajan’s passive approach and actively sought Christians to persecute them throughout the empire

basil165 Justin is martyred

180 The end of Aurelius’s reign

185 b. Origen. Pupil of Clement of Alexandria, he further develops the allegorical method. This and his desire to relate to the Neoplatonists in Alexandria led him away from orthodoxy in some matters. But he is still important to the church. On First Principles is the first systematic theology

202 Septimus Severus tries to unite the empire under one religion, the worship of the Unconquered Sun. Both Jews and Christians refuse and are vehemently persecuted

202 Irenaeus is martyred(?)

202 Clement of Alexandria flees to Syria until his death in 215

216 b. Mani, founder of Manichaeism. He fused Persian, Christian, and Buddhist elements into a major new heresy

225 d. Tertullian

245 Conversion of Cyprian

247 Cyprian becomes Bishop of Carthage

249-251 The reign of Decius. He ordered everyone in the empire to burn incense to him. Those who complied were issued a certificate. Those who did not have a certificate were persecuted. Many Christians bought forged certificates, causing a great controversy in the church

Cyprian went into hiding during the persecution and ruled the church by letters

251 b. Anthony. One of the earliest monks. He sold all his possessions and moved to the desert. Athanasius later wrote his biography

254 d. Origen

GrigoriosThe Novatian schism develops concerning the treatment of the lapsed. (The Novatians, or Cathari, last until about 600. Read the Catholic view of the schism.) Cyprian refuses to accept the validity of baptism by schismatic priests. The church in Rome is critical of Cyprian’s view, and sends him scathing letters. Carthaginian Councils

258 Cyprian is martyred before the issue is settled

263 b. Eusebius of Caesarea. He was the first church historian. Many works of the early church survive only as fragments in Eusebius’s writing

284 The beginning of the Diocletian persecution

286 b. Pachomius, Egyptian pioneer of cenobitic (communal rather than solitary) monasticism

297/300 b. Athanasius, the defender of Orthodoxy during the Arian controversy of the fourth century.

305 The end of the Diocletian persecution

310 b. Apollinaris, the heretic who said that Jesus had a human body but not a human mind; He had the divine mind. Gregory of Nazianzus’ reply: "What has not been assumed cannot be restored"

311 b. Ulfilas

312 Constantine defeats Maxentius at the battle of Milvian Bridge and becomes Emperor of the West. Constantine had had a vision, and used the letters chi and rho (the first two letters in "Christ") as his symbol during the battle

312 Caecilian elected bishop of Carthage. He was lax toward the Traditores, who had saved themselves by handing over scriptures during the Diocletian persecution. And he seemed unenthusiastic about the martyrs. A group in Carthage rejected Caecilian’s election on the grounds that he was ordained by a traditore. They elected a rival bishop named Majorinus

313 Edict of Milan gives Christians equal rights. It is issued by Constantine in the West and Licinius in the East, but Licinius soon withdraws his committment to it

314 By this date, there is a significant number of Christians in Britain

315 Majorinus dies, Donatus is his successor. This party becomes known as the Donatist party

316 The Donatists appeal to Constantine, but he rules against them. Then he outlaws them and banishes them in an effort to unite the church

324 Constantine defeats Licinius and becomes Emperor of both East and West. Constantine favored Christianity, which effects the face of the church even today

ioannis hrysostomos325 Council of Nicea condemns Arianism. Arius, in Alexandria, taught that Christ was the first created being, that there was a time when He was not. The council declared that Jesus was begotten, not made, and that He is Homoousios, of the same substance as the Father

328 Athanasius becomes bishop of Alexandria

328 Constantine revokes the sentence against Arius

329 b. Basil the Great of Cappadocia, the monk who created the basic Rule for the Eastern Orthodox monks that is still in use today. Basil taught communal monasticism that serves the poor, sick, and needy. One immediate effect of the disappearance of persecution is the rise of monasticism to replace the old martyr witness

335 b. Martin of Tours, a great monk who is famous for his compassion for the poor

337 d. Constantine

339 b. Ambrose the Churchman, who fought Arianism and the revival of paganism, and promoted the power of the Church.

340 d. Eusebius of Caesarea

340 Ulfilas converted to Arian Christianity. He takes it to the Germanic tribes, gives them an alphabet, and translates the Bible into their language. Most of the Germanic tribes became Arian Christians

345 b. John Chrysostom, "Golden Mouthed." He was a bold and reforming preacher, who used the Historical-grammatical method of exegesis. This was unusual, because exegetes had been looking at the allegorical interpretation ever since Clement of Alexandria and Origen

346 d. Pachomius

347 b. Jerome, the great Bible scholar and translator, author of the Vulgate

353 Emperor Constantius releases his pro-Arian campaign and drives Athanasius from Alexandria

augustin354 b. Augustine

356 d. Anthony, at a very old age

361-363 Reign of Julian the Apostate, who converted from Christianity to paganism and restored paganism in Rome

361 Julian the Apostate removes the restrictions against the Donatists

369 b. Pelagius

367 A letter of Athanasius names the 66 books of the canon

373 d. Athanasius

379 d. Basil the Great of Cappadocia

379-395 The reign of Theodosius, who establishes Christianity as the official religion of the Roman Empire

381 Council of Constantinople. The Nicene position becomes dominant again, and the legal religion of the Empire. Jesus Christ is truly human, contrary to Apollinarianism, which held that Jesus had a human body but a divine mind. The Great Cappadocians are the inspiration behind the defeat of Arianism at this council. They are St. Basil the Great, St. Gregory of Nazianzus, and St. Gregory of Nyssa

382 A council in Rome affirms the authority of the New Testament canon. It is important to remember that the content of the canon was not a conciliar decision. The church recognized, or discovered, the canon. The church did not determine the canon

383 d. Ulfilas

386 Augustine was converted in a garden in Milan after hearing a child saying "Take up and read!" He took up Romans 13: 13-14.

387 Augustine baptized by Ambrose

c. 389 b. St. Patrick. He was a British Romanized Christian who established Christianity in Ireland

390 d. Apollinaris

390 b. Leo the Great, an outstanding pope. He was influential in Chalcedon. He also argued for papal supremacy and showed political leadership in his negotiations with Attila the Hun

391 Augustine ordained a priest in Hippo, North Africa

393 The Council of Hippo recognizes the canon. To be recognized as canonical, a book had to be Apostolic, fit in with the other scriptures, and have been of fruitful use throughout the church up to that time

395 Augustine becomes bishop of Hippo

397 d. Martin of Tours

397 The Council of Carthage agrees with the Council of Hippo

397-401 Augustine writes Confessions

480 b. Boethius, a significant thinker who influences the Middle ages. In The Consolation of Philosophy he tries to find comfort in reason and philosophy. He doesn’t quote scripture

480 b. Benedict of Nursia, who wrote the normal Rule for Western monks to the present

521 b. Columba, Irish missionary to Scotland working from the isle of Iona

540 b. Columban, Irish missionary to the continent when it was struggling with a resurgence of paganism

525 d. Boethius

529 The Council of Orange approves the Augustinian doctrine of sin and grace, but without absolute predestination

540 b. Gregory the Great

550 d. Benedict of Nursia

                                                                                                                              Sabatzo

Ιαπωνικα εκτυπα (woodblock prints)

Woodblock printing in Japan  is a technique best known for its use in the ukiyo-e artistic genre; however, it was also used very widely for printing books in the same period. Woodblock printing had been used in China for centuries to print books, long before the advent of movable type, but was only widely adopted in Japan surprisingly late, during the Edo period (1603-1867). Although similar to woodcut in western printmaking in some regards, the moku hanga technique differs in that it uses water-based inks—as opposed to western woodcut, which often uses oil-based inks. The Japanese water-based inks provide a wide range of vivid colors, glazes, and transparency.

By the eleventh century, Buddhist temples in Japan produced printed books of sutras, mandalas, and other Buddhist texts and images. For centuries, printing was mainly restricted to the Buddhist sphere, as it was too expensive for mass production, and did not have a receptive, literate public as a market. However, an important set of fans of the late Heian period (12th century)—which contain painted images and Buddhist sutras—reveal from losses of paint that the underdrawing for the paintings was printed from blocks.

Not until 1590 was the first secular book printed in Japan. This was the Setsuyō-shū, a two-volume Chinese-Japanese dictionary. Though the Jesuits operated a movable type printing press in Nagasaki from 1590,[3] printing equipment brought back by Toyotomi Hideyoshi’s army from Korea in 1593 had far greater influence on the development of the medium. Four years later, Tokugawa Ieyasu, even before becoming shogun, effected the creation of the first native moveable type, using wooden type-pieces rather than metal. He oversaw the creation of 100,000 type-pieces, which were used to print a number of political and historical texts. As shogun, Ieyasu promoted literacy and learning, contributing to the emergence of an educated urban public.

Φωτογραφιες:

Παληες φωτογραφιες Αθηνας και Πειραια

Αθήνα

Η ίδρυση της Αθήνας χάνεται στην αχλύ του μύθου, καθώς είναι γενικά αποδεκτό ότι προϋπήρχε της Μυκηναϊκής Εποχής. Είναι γνωστό ότι πράγματι υπήρχαν προϊστορικά πολίσματα στην Αττική, αλλά από πότε ακριβώς πρωτοχρησιμοποιήθηκε για ένα τουλάχιστον από αυτά το όνομα «Αθήνα» είναι άγνωστο.

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στον Τίμαιο, Αιγύπτιοι ιερείς της Ίσιδος αποκάλυψαν στον Σόλωνα που τους επισκέφτηκε ότι, σύμφωνα με τα αρχεία τους, υπήρχε πόλη ακμάζουσα με το όνομα «Αθήνα» πριν από το 9600 π.Χ. Φυσικά η ακρίβεια της αναφοράς αμφισβητείται, όπως και ο υπολογισμός του έτους, αλλά ελλείψει ακριβέστερων στοιχείων και αναφορών, διατηρεί κάποια ενδεικτική αξία.

Πρώτος βασιλιάς της πόλης, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Κέκροπας κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. ή 3η χιλιετία π.Χ., από τον οποίο ονομάστηκε το τμήμα κείμενο μεταξύ Ακροπόλεως, Αχαρνών και Ελευσίνος Κεκροπία (Κεχρωπία). Οι κάτοικοι ήταν Ίωνες που εγκαταστάθηκαν στην αττική γη.

Ο γνωστός μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου φανερώνει την ύπαρξη σχέσης υποτέλειας της Αθήνας προς τη Μινωική Κρήτη, που έσπασε μετά την παρακμή του πολιτισμού αυτού. Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, βασιλιάς των Αθηνών μέχρι τον θάνατό του, οπότε και πέρασε ο θρόνος στον γιο του τον Θησέα. Τον θρόνο αμφισβήτησαν οι Παλλαντίδες γιοι του Πάλλαντος, αδελφού του Αιγέα, αλλά σφαγιάστηκαν από τον Θησέα, ο οποίος παρέμεινε βασιλιάς και κέρδισε ξανά την εύνοια των πολιτών του.

Κατά την Εποχή του Τρωικού Πολέμου η Αθήνα πήρε το μέρος των Μυκηνών, εκστρατεύοντας κατά της Τροίας με επικεφαλής τον Μενεσθέα και σημαντική στρατιωτική και ναυτική δύναμη 50 πλοίων (κατ’ εκτίμηση 1.650-2.750 άνδρες) όπως αναφέρεται στον κατάλογο πλοίων που αναφέρεται στην Ιλιάδα. Τα γεγονότα αυτά κατατάσσουν την Αθήνα, που καταλάμβανε τότε την Αττική, χωρίς τη Μεγαρίδα (που υπαγόταν στη Σαλαμίνα), και τον Ωρωπό (που ανήκε στη Βοιωτία), σε μια πολύ σημαντική ελληνική πόλη. Λειτουργούσαν όμως ήδη από το 3000 π.Χ. τα μεταλλεία Λαυρίου παρέχοντας στην πόλη μόλυβδο και άργυρο (αργότερα την Εποχή του Σιδήρου και σίδηρο). Η παραγωγή κεραμικών, λαδιού, μελιού και κρασιού, καθώς και μαρμάρου από την Πεντέλη, σε συνδυασμό με την εμπορική δραστηριότητα, σηματοδοτούν μια οικονομικά ακμάζουσα πόλη. Ο βαθμός ανεξαρτησίας της, όμως, λόγω της ηγεμονίας των Μυκηνών, ήταν μάλλον μικρός, μέχρι και την παρακμή του πολιτισμού αυτού[εκκρεμεί παραπομπή].

Η Αθήνα διέφυγε πάντως την καταστροφή ή υποδούλωση από την Κάθοδο των Δωριέων και συμμετείχε μάλλον χαλαρά στην «Πελοποννησιακή Συμμαχία».

Πειραιάς

Ο Πειραιάς σύμφωνα με τον Στράβωνα αλλά και σύγχρονων γεωλογικών μελετών ήταν κάποτε νησί το οποίο ενώθηκε με την Αττική μετά τις αποθέσεις του Κηφισού αλλά και άλλων ρεμάτων της περιοχής. Κατά τον Σουίδα υπήρξε κατά την τεταρτογενή περίοδο της ιστορίας νησί ενώ η πρωτοελλαδική ζωή στην πόλη εμφανίζεται γύρω στο 3000 π.Χ. Η περιοχή του Πειραιά φαίνεται να κατοικείται ήδη από τη νεολιθική περίοδο και έφτασε στο μεγαλύτερο σημείο ακμής στην κλασική εποχή, όταν ανακηρύχθηκε για πρώτη φορά σε δήμος, αποτελώντας συγκεκριμένα έναν από τους δήμους του άστεως της αρχαίας Αθήνας, και επιλέχθηκε ως το επίνειο της αθηναϊκής πόλης-κράτους.

Ακολούθησε μια μακρά περίοδος παρακμής όπου ο Πειραιάς ερημώθηκε κατά καιρούς, φτάνοντας μέχρι τον 19ο αιώνα και την μεταφορά της πρωτεύουσας του νεοσύστατου τότε ελληνικού κράτους στην Αθήνα το 1834, οπότε ξεκίνησε μια περίοδος ανάπτυξης της πόλης, με την σταδιακή αύξηση του πληθυσμού της και τον άρτιο πολεοδομικό της σχεδιασμό με βάση το σύστημα που εφάρμοσε ο Ιππόδαμος ο Μιλήσιος στον σχεδιασμό του αρχαίου Πειραιά, που αποτελεί πρότυπο πολεοδομικού σχεδιασμού μέχρι και σήμερα.

Μάλιστα ο Πειραιάς είχε προταθεί το 1832 από τον Gutensohn, αρχιτέκτονα του Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας, για πρωτεύουσα της Ελλάδας η οποία θα επεκτεινόταν σταδιακά προς την Αθήνα, αλλά τελικά έγινε το αντίστροφο αφού επιλέχθηκε η Αθήνα για πρωτεύουσα και ο Πειραιάς αργότερα ενσωματώθηκε στην περιφέρεια πρωτευούσης.

Άμεσες πηγές για τη μελέτη της ιστορίας και τοπογραφίας του Πειραιά αποτελούν οι διάφορες επιγραφές, ευρήματα αρχαίων τάφων, θεμέλια ναών, νεωσοίκων, κτιρίων και τειχών και αρχαίων λιμενικών έργων, σε συνδυασμό πάντα με τις περικοπές αρχαίων συγγραφέων που αναφέρονται στον Πειραιά.

Καθαρη Δευτερα, 18 Μαρ 2013

 

Video φωτογραφιων Καθαρης Δευτερας.. εις την οικιαν του σπιτιου μας στα Εξαρχεια, της Αθηνας, της Ελλαδας της Ευρωπης.. δεν πηγαμε στην Κυμη γιατι υποτιθεται οτι ο καιρος δεν θα ηταν καλος.. και ομως.. τελος παντων.. το πρωϊ εκανα μια βολτα στην Αθηνα οπου πηρα και τις φωτογραφιες απο την στοα του σινεμα στην πλατεια Κανιγγος (ασπρομαυρες ελληνων ηθοποιων, εγχρωμες ξενων καλλιτεχνων).. επεστρεψα στο σπιτι και μετ’ ολιγον αφιχθει η εντιμοτατη και χαριεστατη κυρια Βεσταρκη μετα του μεγαλου της υιου Νικολαου.. το μενου περιλαβαινε την  λαγανα, ταραμοσαλατα και ταραμοκεφτεδες, μπακαλιαρο με σκορδαλια, ελιες θρουμπες, καροτακια και νηστισιμο χαλβα, σαλατες διαφορες, μελιτζανα τουρσι, φαβα, χταποδι γιαχνι με μακαρονι, γλυκο μηλο/μπανανοπιττα, ρετσινα, καφε ελληνικο και αραβικο..  φωτογραφιες του Νικου απο την θητεια του στους αλεξιπτωτιστες -πολυ ενδιαφερουσες…

APXAIA AΓΟΡΑ ΑΘΗΝΑΣ, ΠΕΛΛΑ, ΠΡΙΗΝΗ

Aρχαία Aγορά της Αθήνας

Η αρχαία αγορά της Αθήνας είναι ο ανοικτός χώρος που βρίσκεται εγγύτατα και βορειοδυτικά της Ακρόπολης. Στην αρχαιότητα αποτελούσε διοικητικό, φιλοσοφικό, εκπαιδευτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και κυρίως το οικονομικό κέντρο της πόλης. Την Αρχαία Αγορά διέσχιζε η Οδός των Παναθηναίων από την οποία διήρχετο η μεγάλη πομπή προς την Ακρόπολη κατά την διάρκεια των εορτασμών των Παναθηναίων που θέσπισε ο Πεισίστρατος και τελούνταν το τρίτο έτος κάθε Ολυμπιάδας.

Αρχικά, από την προιστορική εποχή (3500 π.Χ), ήταν χώρος κατοίκησης και ταφής ενώ απέκτησε την μετέπειτα χρήση του ως δημόσιος χώρος, κατά την έννοια του όρου, (αγορά < αγείρω =συγκεντρώνω), από τον 6ο αιώνα π.Χ. και ύστερα για να φθάσει στην οριστική του μορφή τον 2ο αιώνα (μ.Χ.).

Η Αρχαία Αγορά της Αθήνας καταστράφηκε και λεηλατήθηκε πολλές φορές, από τους Πέρσες το 480 π.Χ., αργότερα από τους Ρωμαίους υπό τον Σύλλα το 86 π.Χ., στη συνέχεια από τους Ερούλους το 267 (μ.Χ.), και τους Σλάβους επιδρομείς το 580 όπου και τελικά ο χώρος αυτός εγκαταλείφθηκε.

Τον 10ο αιώνα φέρεται να ξανακατοικήθηκε και περί το 1000 χτίσθηκε εδώ ο ναός των Αγίων Αποστόλων. Το 1204 ακολούθησε νέα καταστροφή, αυτή τη φορά από επιδρομές του Λέοντος Σγουρού, δυνάστη τότε του Ναυπλίου οπότε και ακολούθησε νέα ερημωση. Στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 και ειδικά στη περίοδο 1826-1827 επήλθε η τελευταία καταστροφή μαζί με τον γύρω χώρο. Έτσι, ο 19ος αιώνας βρίσκει την αρχαία αγορά κυριολεκτικά θαμμένη κάτω από την πυκνοκατοικημένη τότε νεότερη Αθήνα που υποδεχόταν τον βασιλέα Όθωνα για να ανακηρύξει την πόλη πρωτεύουσα του νεοσύστατου τότε Βασιλείου (1834).

Οι πρώτες ανασκαφές του χώρου της αρχαίας αγοράς ξεκίνησαν τον 19ο αιώνα από την Αρχαιολογική Εταιρία και από Γερμανούς αρχαιολόγους. Η συστηματική όμως ανασκαφική αρχαιολογική έρευνα ξεκίνησε από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών το 1931 μέχρι το 1941, (α΄ περίοδος), από το 1946 μέχρι το 1960, (β΄ περίοδος), το 1969 (γ΄ περίοδος) και από το 1980 που συνεχίζει μέχρι σήμερα.

Σημειώνεται ότι ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας αγοράς της Αθήνας που λειτουργεί από το 1957, εποπτεύεται σήμερα από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία που υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού.

Πέλλα

Η πόλη ιδρύθηκε από τον Αρχέλαο Α’ (413-399 π.Χ.) ή από τον Αμύντα Γ’ για να γίνει η νέα πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους αντί των Αιγών (Βεργίνα) . Η Πέλλα παρέμεινε πρωτεύουσα μέχρι την κατάλυση του Μακεδονικού κράτους από τους Ρωμαίους , οι οποίοι την λεηλάτησαν και μετέφεραν τους θησαυρούς της στη Ρώμη . Αργότερα η πόλη καταστράφηκε από σεισμό και στη συνέχεια ανοικοδομήθηκε . Περί το 180 μΧ ο Λουκιανός μας πληροφορεί ότι "είναι πια ασήμαντη και με λιγοστούς κατοίκους" .

Η παλαιότερη αναφορά που έχουμε για την Πέλλα είναι από τον Ηρόδοτο κατά την περιγραφή της εκστρατείας των Περσών και από το Θουκυδίδη κατά την περιγραφή της Μακεδονικής επέκτασης και του πολέμου κατά του Σιτάλκη , βασιλιά των Θρακών . Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα , στην αρχή του 4ου αιώνα π.Χ. ήταν η μεγαλύτερη πόλη της Μακεδονίας . Η πόλη προσέλκυσε φημισμένους καλλιτέχνες της εποχής , όπως ο ζωγράφος Ζεύξης , ο ποιητής Τιμόθεος ο Μιλήσιος και ο Ευριπίδης , ο οποίος και πέθανε εκεί γράφοντας την τραγωδία Αρχέλαος . Μετά το βίαιο θάνατο του Αρχελάου η ανάπτυξη του κράτους ανακόπτεται. Το μεγάλο του έργο συνεχίστηκε μετά από μερικές δεκαετίες, από τον Φίλιππο Β’ (360-336 π.Χ.). Η προσπάθεια του Φιλίππου δεν περιορίστηκε μόνο στην εσωτερική ανάπτυξη, αλλά στράφηκε κυρίως στην επέκταση της πολιτικής δύναμης της Μακεδονίας. Στα χρόνια αυτά η Πέλλα φτάνει σε πλήρη ακμή, γίνεται "η μεγίστη τών εν Μακεδονία πόλεων" (Ξενοφών Ελληνικά V,2,13) και η ακτινοβολία της εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο με τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου Γ΄ (336-323 π.Χ.)Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου ατέλειωτες διαμάχες ξεσπούν μεταξύ των διαδόχων του, μέχρι την άνοδο στον θρόνο του Αντίγονου Γονατά (276-239 π.Χ.). Πελλαίοι απόμαχοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου ίδρυσαν ομώνυμη αποικία στην Δεκάπολη της Παλαιστίνης, στην ενδοχώρα της Συρίας μια άλλη Πέλλα και στον Περσικό κόλπο τον Πελλαίο δήμο. Κατά την περίοδο του Αντίγονου Γονατά η πόλη έφτασε στη ακμή της (σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα).

Η Πέλλα αναφέρεται αργότερα από τον Πολύβιο και τον Λίβιο ως η έδρα του βασιλείου του Φίλιππου Ε’ και του Περσέα του Μακεδόνα κατά τους Μακεδονικούς πολέμους . Ο Λίβιος μας δίνει τη μόνη περιγραφή της πόλης , όπως την είδε ο Ρωμαίος Λούκιος Αιμίλιος Παύλος ο Μακεδονικός , νικητής της Μάχης της Πύδνας:

"…και αυτός είδε ότι δεν επελέγη άδικα σαν θέση βασιλικής κατοικίας. Είναι τοποθετημένη στη νοτιοδυτική πλαγιά ενός λόφου και περιβάλλεται από βάλτο πολύ βαθύ για να διασχιστεί με τα πόδια χειμώνα-καλοκαίρι. Η ακρόπολη, η οποία είναι κοντά στη πόλη, βρίσκεται μέσα στο βάλτο και εξέχει σαν νησί, είναι δε χτισμένη πάνω σε γιγαντιαία θεμέλια που αντέχουν τείχη πάνω τους και προστατεύουν από την εισχώρηση των υδάτων της λίμνης. Από μακριά φαίνεται σα να είναι συνέχεια του τείχους της πόλης, αλλά στην πραγματικότητα είναι ξεχωριστή και ανάμεσα στα δύο τείχη υπάρχει ένα κανάλι. Η ακρόπολη ενώνεται με την πόλη με μια γέφυρα, έτσι αποκόπτονται όλες οι πλευρές πρόσβασης για έναν εξωτερικό εχθρό και αν ο βασιλιάς φυλακίσει κάποιον εκεί δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής εκτός από τη γέφυρα, η οποία φυλάσσεται εύκολα."

Στη ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας η Πέλλα ήταν πρωτεύουσα του τρίτου διαμερίσματος και πιθανώς η έδρα του Ρωμαίου κυβερνήτη. Από την Πέλλα διερχόταν η Αρχαία Εγνατία Οδός και ήταν σημαντικός σταθμός μεταξύ Δυρράχειου και Θεσσαλονίκης . Ο Κικέρων έμεινε εκεί το 58 π.Χ., αλλά η θέση του επάρχου την εποχή εκείνη είχε μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη.

Η πόλη έπεσε σε παρακμή για άγνωστους λόγους (μάλλον λόγω σεισμού) προς το τέλος του 1ου π.Χ. αιώνα.

Πριήνη

Η Πριήνη ήταν αρχαία ελληνική πόλη στη νοτιοδυτική Καρία, στις ακτές της Μικράς Ασίας.

Ήταν μία από τις δώδεκα Ιωνικές πόλεις-κράτη. Βρισκόταν ακριβώς στη νότια πλευρά του όρους Μυκάλη, εκτεινόταν δε από ένα βραχώδη λόφο, στη κορυφή του οποίου ήταν η ακρόπολή της, μέχρι τη θάλασσα το λεγόμενο "Μαιάνδριο πεδίο", δηλαδή επί της βορειοδυτικής ακτής του Λατμικού Κόλπου που αργότερα με τις προσχώσεις του παραρρέοντα ποταμού Μαιάνδρου μεταβλήθηκε σε πεδιάδα.

Οι πρώτοι μύθοι για την ίδρυση της πόλης αναφέρουν ότι η Πριήνη οικίσθηκε αρχικά από τους Ίωνες αποίκους, ηγέτης των οποίων ήταν ο Αίπυτος, ο γιος του Νηλέα, (που ήταν γιος του βασιλιά της Αθήνας Κόδρου), και που είχε χτίσει τη Μίλητο. Φαίνεται ότι ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε θεαματικά όταν εγκαταστάθηκαν σ’ αυτήν νέοι άποικοι από τη Βοιωτία με ηγέτη τον Φιλητά. Γι’ αυτό, λόγω των Βοιωτών, λεγόταν και Κάδμη.

Αφότου ιδρύθηκε, η πόλη δέχτηκε πολλές επιθέσεις από τους γηγενείς γείτονές της, τους Κάρες. Περί τον 8ο αιώνα π.Χ. κατελήφθη από τον βασιλιά των Λυδών, τον Άρδυ. Αλλά σύντομα η πόλη αποτίναξε την κυριαρχία των Λυδών, ενώ περί τον 6ο αιώνα π.Χ. έφτασε στη μεγαλύτερη ακμή της, κυβερνώμενη από τον Βία τον Πριηνέα, έναν από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, κατέλαβε δε περίοπτη θέση στην Ιωνική συμπολιτεία (Ιωνική Δωδεκάπολη). Αργότερα, στα χρόνια του μεγάλου βασιλέως Κύρου της Περσίας, το 545 π.Χ., η πόλη καταλήφθηκε από τους Πέρσες όπως και οι άλλες πόλεις-κράτη της Δωδεκάπολης. Παρά ταύτα η Πριήνη κατάφερε να διατηρήσει την πολιτειακή της οργάνωση και υπό περσική επικυριαρχία, πληρώνοντας φόρους και προσφέροντας στρατιώτες.

Μετά τους Περσικούς Πολέμους περί το 404 π.Χ.. η Πριήνη φέρεται να σύρεται στη συμμαχία της Δήλου. Την ίδια εποχή είχε γίνει το μήλο της έριδος μεταξύ των Σαμίων και των Μιλησίων. Κατά την εκστρατεία του στην Ασία ο Μέγας Αλέξανδρος ευεργέτησε πολλαπλώς την Πριήνη, απαλλάσσοντάς την από την κηδεμονία της Αθήνας. Έφτιαξε μάλιστα και τον κύριο ναό της πόλης, τον περίφημο ναό της Πολιάδος Αθηνάς.

Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου η πόλη περιήλθε στους Επιγόνους του. Την έλεγχαν άλλοτε οι Σελευκίδες, άλλοτε οι Πτολεμαίοι. Σύντομα όμως ανέκτησε την αυτονομία της χάρη στον πλούτο της και στο εμπόριο που είχε αναπτύξει. Οι έριδες επανήλθαν με τους Μιλησίους, τους Σαμίους και τους βασιλιάδες της Περγάμου, μέχρι που τελικά την κατέλαβε ο βασιλιάς της Καππαδοκίας Αριαράθης ο οποίος τη λεηλάτησε.

Την καταστροφή όμως διαδέχτηκε η ανάκαμψη κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Ιδιαίτερα στα χρόνια του Βυζαντίου η Πριήνη γνώρισε νέες ημέρες προόδου και πλούτου. Ως πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας η Πριήνη υπαγόταν αρχικά στο Θέμα των Θρακησίων, αργότερα στο Θέμα της Σάμου, ενώ εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Εφέσου. Ο επίσκοπος της Πριήνης έφερε τον τίτλο "Επίσκοπος Πριηνέων πόλεως των Ασιανών επαρχίας", ή "Επίσκοπος Πριήνης".

Κατά τον 13ο αιώνα η Πριήνη υποτάχθηκε στους Σελτζούκους και στη συνέχεια στους Τούρκους, οι οποίοι την ονόμασαν "Σαμσούν Καλεσί", προσδιορίζοντας περισσότερο την οχύρωση της ακρόπολης. Από τον αιώνα εκείνο η πόλη άρχισε σιγά – σιγά να καταστρέφεται μέχρι που εξαφανίστηκε ολοκληρωτικά.

Γιορτη του Ευαγγελου στο Λαγονησι

Το πρωϊ η Αννη ετοιμασε ενα καταπληκτικο μπακαλιαρο με σκορδαλια και παντζαρια.. το μεσημερακι κατεβηκαμε στο Λαγονησι να γιορτασουμε τον Βαγγουλινο.. Γιαννης και Αγγελικη, Αλεξ και Μινα, Ροβαξ μετα Εντιθ και Αγγελας μετα φιλου, Ροϊλος και συζυγος μετα κορης –ζωγραφου και σχεδιαστριας κοσμηματων, Δημητρης.. στο τραπεζι μεταξυ αλλων αρνακι, μοσχαρι, ω-γκρατεν, σαλατες, γλυκα, τυρια (και μετσοβονε) χειροποιητα σοκολατακια και γλυκα.. Ασσος αφιλτρος.. χορος.. Γιαννης στις δοξες του..

Το Αιγαιον ανάστατον, βραδυ 29 Οκτωβριου 2012

Nikon coolpix 12 mpx

Ο τιτλοςΤο Αιγαιον Αναστατον” ειναι απο διηγημα του Ιουλιου Βερν και αναφερεται στην πειρατεια στο Αιγαιο μετα την επανασταση (δες και το “Οι Πειρατες του Αιγαιου”).. εδω ομως ημεις -πληθυντικος μεγα- λοπρεπειας-  κυριολε-κτουμε..

Επι δυο ημερες εβρεχε καταρακτωδως στην Κυμη.. καταιγιδες, βροντες, αστραπες, φυσομανι, βροχη, χαλαζι.. το Αιγαιο παρουσιαζε το χαρακτηριστικο θυελλωδες του προσωπο.. ανεμος ουρλιαζε, κυματα βρουχοντουσαν.. μια αγρια ομορφια.. με εξαισια πρωϊνα και προβλεπτα καθε φθινοπωρο αποτελεσματα στο Σουτσινι.. μελανιασμενος ουρανος, καταμαυρα συννεφα, ξεσκεπασμα των βραχων, παραχωμα της εκκλησιας, εγκαταλειμενες καρεκλες και ομπρελες.. και η δροσια στο μηχανακι.. φθινοπωρινο ντυσιμο.. τα ποταμια πλημυρισαν, γκρεμιζοντας παροχθιες κατασκευες και εξεδρες.. και στελνοντας λασπη βαθεια μεσα στην θαλασσα, αλλαζοντας το χρωμα των νερων της.. και δυο φωτογραφιες απο τον κολπο της Κυμης οπως φαινεται απο την Επανω Οχθονια, ενω τα κοκκινα συννεφα φωτογραφηθηκαν μεταξυ Αυλωναριου και Οριου – οικισμος Ελαιας..

Μερικες φωτογραφιες:

O Θεος αγαπαει το χαβιαρι, Ελλη 25.10.12

Αφου στα γεννεθλια μου, με προσκαλεσμενους στο σπιτι τον Κυρη και τους Βασιλακεους, ηπιαμε καλουτσικα –ρακι, μπυρα και ασπρο κρασι 2004 αμερικανικο, τρια ατομα φιαλες δυο περικαλω- και φαγαμε φαβα, φετους, παντζαροσαλατα, παπαγανους, μελιτζανες  παπουτσακια, παστιτσιο μπεϋκον, χοιρινο κοκκινιστο στην σταμνα με basmati azem pilaui, ειπαμε να ασχοληθουμε και με τις πνευματικες ηδονες..

Αρα, οθεν και συνακολουθα, στις 25/10, πηγαμε με την Αννη στο σινεμα Ελλη και ειδαμε το “ο Θεος αγαπαει το χαβιαρι” του Σμαραγδη.. καθολου κακο.. μια περισσοτερο από αξιοπρεπης παραγωγη.. και στις 26/10 θα παμε στην “Μανον Λεσκω” εισητηριων υπαρχοντων.. προκειται για οπερα που την εχει τραγουδησει και η Μ.Καλλας  –μια αρια της μου θυμιζει την μαμα- και ανεβαινει σε μοντερνα εκδοχη στην Εθνικη Λυρικη Σκηνη.. Αντι Παρισιων, Χολλυγουδ.. νομιζω;..

Manon Lescaut by G.Puccini, Athens 26 Oct 2012

Manon Lescaut

by Giacomo Puccini

Manon Lescaut is an opera in four acts by Giacomo Puccini. The story is based on the 1731 novel L’histoire du chevalier des Grieux et de Manon Lescaut by the Abbé Prévost.

The libretto is in Italian. It was somehow cobbled together by five librettistsPuccini Giacomo whom Puccini employed (or went through): Ruggero Leoncavallo, Marco Praga, Giuseppe Giacosa, Domenico Oliva and Luigi Illica. The publisher, Giulio Ricordi, and the composer himself also contributed to the libretto. So confused was the authorship of the libretto that no one was credited on the title page of the original score.

Puccini took some musical elements in Manon Lescaut from earlier works he had written. For example, the madrigal Sulla vetta tu del monte from Act II echoes the Agnus Dei from his 1880 Messa a quattro voci. Other elements of Manon Lescaut come from his compositions for strings: the quartet Crisantemi (January 1890), three Menuets (probably 1884)[1] and a Scherzo (1883?). The love theme comes from the aria Mentia l’avviso (1883).

Act 1

A public square near the Paris Gate

Manon_Lescaut_Costume_Act_IIIt is evening, and a crowd of male students and girls are strolling about a square known for drinking and gaming. Edmondo sings a song of youthful pleasure.

Des Grieux enters, but is melancholic and does not join the other students. They joke with him .

The carriage from Arras arrives. Manon, Lescaut, and an elderly treasurer-general, Geronte deManon_Lescaut_Costume_Des_Grieux_Act_II Ravoir, descend from the coach. At the first sight of Manon, Des Grieux falls in love with her .

Des Grieux overhears their conversation: Manon is on her way to a convent, following the instructions of her father. Des Grieux approaches her and begs her to meet him later; she reluctantly agrees. The students laugh, pointing at the pair. After Manon leaves, Des Grieux sings of his feelings for her .

Lescaut returns with Geronte, who also is captivated by Manon, saying she would only be wasted in a convent. While Lescaut is playing cards with a group of students, Geronte arranges to abduct Manon and take her to Paris . Edmund overhears the plan and informs Des Grieux. He advises him to accompany Manon in the carriage arranged by Geronte . Des Grieux declares his love to Manon and persuades her to go to Paris with him. They leave together. Geronte and Lescaut arrive on the scene as they disappear, and Lescaut proposes that they follow the carriage to Paris.

Act 2

A room in Geronte’s house in Paris

Manon_Lescaut_Act_2_setThe act begins with Manon as Geronte’s mistress. Manon and her hairdresser are in the room when Lescaut enters . She tells him that Geronte is too old and wicked; he bores her. Manon is sad, and her thoughts turn to Des Grieux .

Musicians arranged by Geronte enter to amuse her . Geronte brings a dancing master; they dance a minuet, then she sings a gavotte. After dancing, Geronte and the musicians leave the house.

Lescaut is upset knowing that his sister is not happy living with Geronte, and he goes to find Des Grieux. Des Grieux appears in Geronte’s house . As they renew their vows of love, Geronte returns unexpectedly. He salutes them ironically, reminding Manon of his many favors to her. She replies that she cannot love him .

Bowing low, he leaves them. The lovers rejoice in their freedom . Lescaut urges them to leave the house at once, but Manon hesitates at the thought of leaving her jewels and pretty frocks. Again, Lescaut enters in breathless haste, making signs that they must depart immediately. Manon snatches up her jewels, and they go to the door. It is locked by Geronte’s order. Soldiers appear to arrest Manon, who, in trying to escape, drops the jewels at Geronte’s feet. She is dragged off, and Des Grieux is not permitted to follow her .

After trying everything to release Manon from the prison but to no avail, Des Grieux goes to Le Havre.

Act 3

A square near the harbor in Le Havre

Manon_Lescaut_Act_3_setIt is dawn. Manon is in prison with other courtesans . Lescaut has bribed a prison guard to let Des Grieux speak with Manon. By talking to her through the bars, they learn that she is to be deported to Louisiana. A lamplighter passes, singing a song while he extinguishes the lights .

They attempt a rescue, but in vain. The guard appears, escorting a group of women, who are going on the same ship as Manon. She walks among them, pale and sad. The crowd makes brutal comments during the roll call of the courtesans but Lescaut inspires pity for Manon .

Des Grieux, in despair at the idea of being separated from Manon forever, goes to Manon’s side. He tries to seize her but is roughly pushed away by the sergeant. However, the captain of the ship sees his inte
nse grief and allows him to board the ship.

Act 4

A vast plain near the outskirts of the New Orleans territory

The act begins with the lovers making their way across the desert hoping to find protection in a British settlement. Wandering in the desert without any water, the ailing Manon is exhausted. She falls and can’t go any farther .

Des Grieux is alarmed by Manon’s appearance and goes to look for water. While he is gone, Manon recalls her past, muses about her fatal beauty and her fate.

Des Grieux returns, having been unable to find water. Manon bids him a heart-rending farewell and dies in his arms. Overcome by grief, Des Grieux falls unconscious across her body.

Αναβαση Κυμης, Κυριακή, 08 Ιουλιου 2012

αφετηρια

 Εγινε και εφετος η καθιερωμενη Αναβαση Κυμης που οργανωνεται απο την ΕΛΜΑ, την Ελληνικη Λεσχη Μηχανοκινητου Αθλητισμου.. Αυτη την φορα κατεβηκα στην αφετηρια, στο Λιμανι και πηρα μερικα στιγμιοτυπα απο την εκκινηση, με κοκκινη σημαια, μαρσαρισματα κττ.. στις 11.οο το πρωϊ.. πολλες οι συμμετοχες, καλος ο καιρος.. το Σαββατο, 07/07 ειχανε γινει τα δοκιμαστικα.. Το μηχανακι ακομη με σπασμενο προφυλακτηρα.. αλλα τον εχω ευπρεπισει..  το βραδυ, στην πλατεια της Κυμης, δοθηκανε τα επαθλα στους νικητες.. η Αναβαση της Κυμης ειναι ενα γεγονος που εχει καθιερωθει  και προσελκυει αρκετο ενδιαφερον, αν κρινω απο τον κοσμο που προσηλθε το Σαββατο-Κυριακο.. εχουν ερθει οι Σκαριδες με τους Μανεταιους, ο Αλεξ, η Ελλη και τα παιδια.. καναμε και ενα ωραιο μπανιο στο Σουτσινι και μετα στον Σκαρη σουτζουκακια –αλλα οχι σμυρναιϊκα, δηλαδη χωρις κιμινο  -αυγο χωρις αλατι..

Μερικες φωτογραφιες: