Monthly Archives: April 2013

ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΑΠΟΛΟΓΗΤΕΣ – Χρονολογιο

AthanasiosΧριστιανοί απολογητές ονομάσθηκαν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς που ασχολήθηκαν με την απολογητική της χριστιανικής θρησκείας, δηλαδή με την υπεράσπιση των χριστιανικών δοξασιών και της αξίας των ιερών γραφών. Οι απολογητές έγραψαν υπερασπίζοντας τον Χριστιανισμό απευθυνόμενοι τόσο προς Εθνικούς όσο και προς Ιουδαίους.

Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται συγκεκριμένα για τους χριστιανούς συγγραφείς του 2ου αιώνα αν και αυτός ο χρονικός προσδιορισμός αμφισβητείται λόγω μη επαρκών ιστορικών στοιχείων, αλλά και με μια ευρύτερη έννοια συνεχίζει να περιλαμβάνει ομοίως και συγγραφείς κατά τον Μεσαίωνα, τη Μεταρρύθμιση έως και σήμερα..

Όσον αφορά τους Χριστιανούς συγγραφείς των πρώτων αιώνων μ.Χ., όλοι έγραψαν απολογίες για να αποκρούσουν τις διάφορες κατηγορίες και συκοφαντίες των Εθνικών κατά των Χριστιανών, όμως συνήθως γίνεται διάκριση ανάμεσα σε αυτούς που έγραψαν απολογίες στην ελληνική γλώσσα και αυτούς που έγραψαν στη λατινική.

Απολογητές που έγραψαν στην ελληνική

Επιφανέστεροι στον 2ο μ.Χ. αιώνα ήταν οι Αθηναίοι Κοδράτος, Αριστείδης ο Αθηναίος και Αθηναγόρας, οι Παλαιστίνιοι Αρίστων από την Πέλλα και Ιουστίνος ο Μάρτυρας, οι Σύροι Τατιανός και Θεόφιλος Αντιοχείας, οι Μικρασιάτες Κλαύδιος Απολινάριος Ιεραπόλεως και Μελίτων ο Σάρδεων, αλλά και ο Ερμείας, που έγραψε το έργο "Διασυρμός των έξω φιλοσόφων". Επίσης, οι Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Κύριλλος Αλεξανδρείας, Ευσέβιος ο Καισαρείας, Αθανάσιος Αλεξανδρείας (ο Μέγας), και Ωριγένης, του οποίου το έργο Κατά Κέλσου αποτελεί την εγκυρότερη και πληρέστερη υπεράσπιση του Χριστιανισμού, με αριστοτεχνική επιχειρηματολογία και διαλεκτική δύναμη.

Απολογητές που έγραψαν στη λατινική

Κυριότερος εκπρόσωπός τους υπήρξε στα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα ο Μινούκιος Φήλιξ, με το έργο του Οκτάβιος. Τον 3ο αιώνα διακρίθηκε ο Τερτυλλιανός, με τα έργα του Απολογητικόν (Apologeticum) και Προς τα Έθνη (Ad Nationes). Την ίδια εποχή έδρασε ο Κυπριανός ο Καρχηδόνιος. Τον 4ο αιώνα αναδείχθηκε ο Αρνόβιος, με το έργο του Κατά των Εθνών, και ο μαθητής του Λακτάντιος, με κύριο έργο το Περί Θείων Θεσμών.

Επιχειρηματολογία

Οι χριστιανοί απολογητές του 2ου αιώνα υπερασπίστηκαν την Χριστιανοσύνη μέσω τεσσάρων θεμελιωδών επιχειρημάτων:

1. Η επίδραση που ασκεί η Χριστιανοσύνη στην ηθική των ακολούθων της. Η χριστιανική ελεημοσύνη, η κοινοκτημοσύνη, η αυτάρκεια, η απομάκρυνση από το μίσος ήταν ορισμένα από τα ηθικά οφέλη που τονίζονταν.

2. Οι προφητικές προβλέψεις που προέρχονται από τον Ιησού Χριστό και τους Προφήτες.

3. Οι αποδείξεις από την αρχαιότητα. Δινόταν έμφαση στην συνοχή και την ενότητα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, καθιστώντας φανερό ότι ο Χριστιανισμός δεν ήταν μια νέα ή πρόσφατη θρησκεία αλλά μια θρησκεία που έφτανε ως τον Μωυσή, ο οποίος προηγήθηκε από τους Έλληνες ποιητές και σοφούς[εκκρεμεί παραπομπή].

4. Τα θαύματα του Ιησού Χριστού. Αυτό το επιχείρημα χρησιμοποιήθηκε λιγότερο καθώς εκείνη την εποχή υπήρχε πληθώρα περιφερόμενων μάγων και ψευδόχριστων (ψευδομεσσίες), οι οποίοι εμφανίζονταν να εκτελούν θαύματα.

Αξιολόγηση του έργου των Απολογητών

Οι απολογητές, που χαρακτηρίζονται «φιλοσοφούντες θεολόγοι», θεωρείται ότι έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη διάδοση του Χριστιανισμού. Κατά κύριο λόγο ασχολήθηκαν με τους διανοούμενους εθνικούς της εποχής τους, καθώς και οι ίδιοι ήταν διανοούμενοι. Η θεολογία που εκφράζουν δεν είναι πλήρης, καθώς «ενδιαφέρθησαν δι’ όσα στοιχεία ήτο εύλογον ότι θα εγένοντο αποδεκτά από τους συνομιλητάς των, τα στοιχεία εκείνα τα οποία σήμερον θεωρούμεν ως περιεχόμενον της λεγομένης φυσικής θεολογίας». Παρουσιάζουν μια «σύνθεση της ελληνικής φιλοσοφίας με τη διδασκαλία του Χριστιανισμού» καθώς χρησιμοποιούν την ελληνική φιλοσοφία για να υπερασπίσουν τη νέα θρησκεία.

Χρονολογικος πινακας:

ClemensAlexandrien35 b. Ignatius. His letters to churches and to Polycarp are widely quoted in the early church

51 The Jewish persecution of Christians in Rome becomes so disruptive that the Jews are expelled from the city

60 b. Papias, Bishop of Hierapolis in Asia Minor. "He was a man of long ago and the disciple of one ‘John’ and a companion of Polycarp," according to Irenaeus

64 Emperor Nero blames the fire that destroys much of Rome on the Christians. He persecutes the church ruthlessly, and uses Christians as candles to light his garden. It is likely that both Peter and Paul were executed during this persecution

68 The end of Nero’s reign

69 b. Polycarp, in Smyrna. He was a strong defender of the faith in Asia Minor combating the Marcionites and the Valentinians. Irenaeus reported that Polycarp had communication with John the Apostle and ‘others who had seen the Lord’

81 Domitian becomes Emperor. As Emperor, he persecuted both Jews and Christians

96 The end of Domitian’s reign

96 d. Clement of Rome. He wrote influential epistles to Corinth

98 Trajan becomes Emperor. Trajan eventually instituted a policy toward Christians that stayed in effect until the time of Aurelius. His policy was not to seek Christians out, but if they were brought before the authorities they were to be punished, usually executed, for being Christians

By the end of the first century it is possible to document congregations in almost every city that Paul visited on his three missionary journeys. There are also a few churches in Egypt and along the coast of Northern Africa

origen107 Ignatius led to Rome and martyred

115 b. Ireneaus, the first great Catholic theologian and author of Against Heresies, a treatise against the gnostics

130 d. Papias

130 Conversion of Justin Martyr. Justin loved philosophy, and had studied many philosophies and pagan religions in his search for truth. He was an apologist, and taught that the seeds of truth (logos) could be found in all religions, but that only Christianity taught the whole truth

144 Marcion excommunicated for rejecting the Old Testament, rejecting most of the New Testament, and teaching that Christ only appeared to be human (Docetism). His challenge helps the church realize the necessity of formally recognizing the canon

150 b. Clement of Alexandria. He was an apologist who used Plato to support Christianity, and tried to reach gnostics by showing that only the Christian had real "gnosis." He helped establish the allegorical method of interpreting scripture. His works make up a large proportion of The Ante-Nicene Fathers, Vol. II

155 Polycarp was martyred in Smyrna by being burned to death. Polycarp declared, "Eighty and six years have I served Him, and He never did me any injury: how then can I blaspheme my King and my Savior?" The only known writings to survive are parts of letters he wrote to the Philippians

156 Possibly the beginning of the Montanist movement. They were an aescetic movement with apocalyptic visions. They claimed the Spirit spoke directly through their prophets and prophetesses

160 b. Tertullian. He objected to Justin’s use of philosophy to defend Christianity, saying "What has Athens to do with Jerusalem?." Late in life he became a Montanist and wrote Against Praxeas, which helped the church understand the Trinity

161 Marcus Aurelius becomes emperor. He abandoned Trajan’s passive approach and actively sought Christians to persecute them throughout the empire

basil165 Justin is martyred

180 The end of Aurelius’s reign

185 b. Origen. Pupil of Clement of Alexandria, he further develops the allegorical method. This and his desire to relate to the Neoplatonists in Alexandria led him away from orthodoxy in some matters. But he is still important to the church. On First Principles is the first systematic theology

202 Septimus Severus tries to unite the empire under one religion, the worship of the Unconquered Sun. Both Jews and Christians refuse and are vehemently persecuted

202 Irenaeus is martyred(?)

202 Clement of Alexandria flees to Syria until his death in 215

216 b. Mani, founder of Manichaeism. He fused Persian, Christian, and Buddhist elements into a major new heresy

225 d. Tertullian

245 Conversion of Cyprian

247 Cyprian becomes Bishop of Carthage

249-251 The reign of Decius. He ordered everyone in the empire to burn incense to him. Those who complied were issued a certificate. Those who did not have a certificate were persecuted. Many Christians bought forged certificates, causing a great controversy in the church

Cyprian went into hiding during the persecution and ruled the church by letters

251 b. Anthony. One of the earliest monks. He sold all his possessions and moved to the desert. Athanasius later wrote his biography

254 d. Origen

GrigoriosThe Novatian schism develops concerning the treatment of the lapsed. (The Novatians, or Cathari, last until about 600. Read the Catholic view of the schism.) Cyprian refuses to accept the validity of baptism by schismatic priests. The church in Rome is critical of Cyprian’s view, and sends him scathing letters. Carthaginian Councils

258 Cyprian is martyred before the issue is settled

263 b. Eusebius of Caesarea. He was the first church historian. Many works of the early church survive only as fragments in Eusebius’s writing

284 The beginning of the Diocletian persecution

286 b. Pachomius, Egyptian pioneer of cenobitic (communal rather than solitary) monasticism

297/300 b. Athanasius, the defender of Orthodoxy during the Arian controversy of the fourth century.

305 The end of the Diocletian persecution

310 b. Apollinaris, the heretic who said that Jesus had a human body but not a human mind; He had the divine mind. Gregory of Nazianzus’ reply: "What has not been assumed cannot be restored"

311 b. Ulfilas

312 Constantine defeats Maxentius at the battle of Milvian Bridge and becomes Emperor of the West. Constantine had had a vision, and used the letters chi and rho (the first two letters in "Christ") as his symbol during the battle

312 Caecilian elected bishop of Carthage. He was lax toward the Traditores, who had saved themselves by handing over scriptures during the Diocletian persecution. And he seemed unenthusiastic about the martyrs. A group in Carthage rejected Caecilian’s election on the grounds that he was ordained by a traditore. They elected a rival bishop named Majorinus

313 Edict of Milan gives Christians equal rights. It is issued by Constantine in the West and Licinius in the East, but Licinius soon withdraws his committment to it

314 By this date, there is a significant number of Christians in Britain

315 Majorinus dies, Donatus is his successor. This party becomes known as the Donatist party

316 The Donatists appeal to Constantine, but he rules against them. Then he outlaws them and banishes them in an effort to unite the church

324 Constantine defeats Licinius and becomes Emperor of both East and West. Constantine favored Christianity, which effects the face of the church even today

ioannis hrysostomos325 Council of Nicea condemns Arianism. Arius, in Alexandria, taught that Christ was the first created being, that there was a time when He was not. The council declared that Jesus was begotten, not made, and that He is Homoousios, of the same substance as the Father

328 Athanasius becomes bishop of Alexandria

328 Constantine revokes the sentence against Arius

329 b. Basil the Great of Cappadocia, the monk who created the basic Rule for the Eastern Orthodox monks that is still in use today. Basil taught communal monasticism that serves the poor, sick, and needy. One immediate effect of the disappearance of persecution is the rise of monasticism to replace the old martyr witness

335 b. Martin of Tours, a great monk who is famous for his compassion for the poor

337 d. Constantine

339 b. Ambrose the Churchman, who fought Arianism and the revival of paganism, and promoted the power of the Church.

340 d. Eusebius of Caesarea

340 Ulfilas converted to Arian Christianity. He takes it to the Germanic tribes, gives them an alphabet, and translates the Bible into their language. Most of the Germanic tribes became Arian Christians

345 b. John Chrysostom, "Golden Mouthed." He was a bold and reforming preacher, who used the Historical-grammatical method of exegesis. This was unusual, because exegetes had been looking at the allegorical interpretation ever since Clement of Alexandria and Origen

346 d. Pachomius

347 b. Jerome, the great Bible scholar and translator, author of the Vulgate

353 Emperor Constantius releases his pro-Arian campaign and drives Athanasius from Alexandria

augustin354 b. Augustine

356 d. Anthony, at a very old age

361-363 Reign of Julian the Apostate, who converted from Christianity to paganism and restored paganism in Rome

361 Julian the Apostate removes the restrictions against the Donatists

369 b. Pelagius

367 A letter of Athanasius names the 66 books of the canon

373 d. Athanasius

379 d. Basil the Great of Cappadocia

379-395 The reign of Theodosius, who establishes Christianity as the official religion of the Roman Empire

381 Council of Constantinople. The Nicene position becomes dominant again, and the legal religion of the Empire. Jesus Christ is truly human, contrary to Apollinarianism, which held that Jesus had a human body but a divine mind. The Great Cappadocians are the inspiration behind the defeat of Arianism at this council. They are St. Basil the Great, St. Gregory of Nazianzus, and St. Gregory of Nyssa

382 A council in Rome affirms the authority of the New Testament canon. It is important to remember that the content of the canon was not a conciliar decision. The church recognized, or discovered, the canon. The church did not determine the canon

383 d. Ulfilas

386 Augustine was converted in a garden in Milan after hearing a child saying "Take up and read!" He took up Romans 13: 13-14.

387 Augustine baptized by Ambrose

c. 389 b. St. Patrick. He was a British Romanized Christian who established Christianity in Ireland

390 d. Apollinaris

390 b. Leo the Great, an outstanding pope. He was influential in Chalcedon. He also argued for papal supremacy and showed political leadership in his negotiations with Attila the Hun

391 Augustine ordained a priest in Hippo, North Africa

393 The Council of Hippo recognizes the canon. To be recognized as canonical, a book had to be Apostolic, fit in with the other scriptures, and have been of fruitful use throughout the church up to that time

395 Augustine becomes bishop of Hippo

397 d. Martin of Tours

397 The Council of Carthage agrees with the Council of Hippo

397-401 Augustine writes Confessions

480 b. Boethius, a significant thinker who influences the Middle ages. In The Consolation of Philosophy he tries to find comfort in reason and philosophy. He doesn’t quote scripture

480 b. Benedict of Nursia, who wrote the normal Rule for Western monks to the present

521 b. Columba, Irish missionary to Scotland working from the isle of Iona

540 b. Columban, Irish missionary to the continent when it was struggling with a resurgence of paganism

525 d. Boethius

529 The Council of Orange approves the Augustinian doctrine of sin and grace, but without absolute predestination

540 b. Gregory the Great

550 d. Benedict of Nursia

                                                                                                                              Sabatzo

ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ

clip_image002Η φαινομενολογία είναι φιλοσοφικό κίνημα το οποίο βασίζεται στην διερεύνηση των φαινομένων, δηλαδή των πραγμάτων που γίνονται αντιληπτά ενσυνείδητα, και όχι στην ύπαρξη οποιουδήποτε πράγματος «αυτού καθ’ εαυτό», ευρισκόμενου πέρα από τα όρια της ανθρώπινης συνειδητότητας.

Με σημείο εκκίνησης την εμπειρία των φαινομένων (αυτό που αποτυπώνεται ως συνειδητή εμπειρία), επιχειρεί να εξαγάγει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της αντιληπτικής διαδικασίας και την οντότητα των εμπειριών μας. Έλκει την καταγωγή του απο τη Σχολή του Μπρεντανό, και το έργο του φιλόσοφου του 20ου αιώνα Έντμουντ Χούσερλ. H φαινομενολογική σκέψη έπαιξε καθοριστική σημασία στην ανάπτυξη του υπαρξισμού στη Γαλλία και τη Γερμανία, όπως είναι φανερό στο έργο του Ζαν-Πωλ Σαρτρ, του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ και του Μάρτιν Χάιντεγκερ.

Ο όρος φαινομενολογία έχει χρησιμοποιηθεί αρκετές φορές στην ιστορία της φιλοσοφίας.

I. Christoph Friedrich Oetinger στη μελέτη του "θεϊκού συστήματος σχέσεων».

II. Γιόχαν Χάινριχ Λάμπερτ (μαθηματικός, φυσικός και φιλόσοφος) για τη θεωρία των φαινομένων στα οποία βασίζεται η εμπειρική γνώση.

III. Εμμάνουελ Καντ για τον ίδιο σκοπό.

IV. Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ στη Φαινομενολογία του Πνεύματος, όπου ο όρος αναφέρεται σε μία ορθολογική μελέτη του τρόπου αντίληψης.

V. Έντμουντ Χούσερλ, ο οποίος την επαναπροσδιόρισε ως ένα είδος περιγραφικής ψυχολογίας και αργότερα ως επιστημολογικό, θεμελιωτικό οντολογικό κλάδο.

VI. Καρλ Στουμφ, ο οποίος τη χρησιμοποιεί για να αναφερθεί σε μια οντολογία με αισθητηριακό περιεχόμενο.

Σήμερα η χρήση του όρου αναφέρεται συνήθως στο έργο του Χούσερλ.

Ο Χούσερλ και η καταγωγή της φαινομενολογίας

Ο Χούσερλ εξήγαγε πολλές σημαντικές αρχές που έχουν κεντρικό ρόλο στη φαινομενολογία απο το έργο και τις διαλέξεις των δασκάλων του, φιλοσόφων και ψυχολόγων Φραντς Μπρεντάνο και Καρλ Στουμφ. Ίσως το πιο σημαντικό στοιχείο που ο Χούσερλ υιοθέτησε απο τον Μπρεντάνο είναι η προθετικότητα, η ιδέα ότι το κεντρικό χαρακτηριστικό της συνείδησης είναι ότι έχει πάντα πρόθεση, ότι αναφέρεται κάπου. Αν και συνήθως η ιδέα αυτή απλοποιείται σαν σκοπιμότητα, ή στην απαραίτητη ύπαρξη μίας σχέσης μεταξύ νοητικών πράξεων και εξωτερικού κόσμου, ο Μπρεντάνο την όρισε σαν το κύριο χαρακτηριστικό των νοητικών φαινομένων. Κάθε νοητικό φαινόμενο, κάθε ψυχολογική πράξη έχει ένα περιεχόμενο και κατευθύνεται σε ένα αντικείμενο (το αντικείμενο του φαινομένου ή της πράξης). Π.χ. κάθε πίστη ή clip_image004επιθυμία έχει ως αντικείμενο μία πεποίθηση ή ένα επιθυμητό. Η ιδιότητα του έχοντος προθετικότητα είναι καθοριστική για τη διάκριση των φυσικών φαινομένων από τα ψυχικά φαινόμενα, επειδή τα φυσικά φαινόμενα δεν έχουν καμία προθετικότητα.

Κάποια χρόνια μετά τη δημοσίευση του πιο σημαντικού του έργου, Λογικές Διερευνήσεις (Logische Untersuchungen, πρώτη έκδοση 1900-1901), ο Χούσερλ οδηγήθηκε στη διάκριση μεταξύ της πράξης της συνείδησης (νόηση) και των φαινομένων στα οποία η νόηση κατευθύνεται (νοήματα). Οντολογική γνώση θα ήταν δυνατή μόνο μέσω της αναστολής όλων των υποθέσεων και a priori δεκτών αξιωμάτων για την ύπαρξη εξωτερικού κόσμου. Τη διαδικασία αυτή, που βρισκόταν στον αντίποδα του παραδοσιακού γνωσιολογικού ορθολογισμού, την ονόμασε εποχή (epoché). Έτσι η φαινομενολογία αναδυόταν ως μία αντικειμενική, επιστημονική μέθοδος εξέτασης της συνείδησης και των περιεχομένων της. Ο Χούσερλ πίστευε ότι το σύνολο της φιλοσοφίας θα μπορούσε να στηριχθεί πάνω στο οικοδόμημα της φαινομενολογίας.

Ο Χούσερλ, αργότερα επικεντρώθηκε στις ιδανικές, θεμελιώδεις δομές της συνείδησης. Καθώς ήθελε να αποκλείσει κάθε υπόθεση για την ύπαρξη εξωτερικών αντικειμένων, εισήγαγε τη μέθοδο της φαινομενολογικής αναγωγής για να τις απαλείψει. Αυτό που απέμεινε είναι το καθαρό υπερβατικό εγώ, σε αντιπαράθεση με το συμπαγές εμπειρικό εγώ. Τώρα η υπερβατική φαινομενολογία είναι η μελέτη των βασικών δομών που απομένουν στην καθαρή συνείδηση: αυτό ισοδυναμεί με τη μελέτη των νοημάτων και των σχέσεων μεταξύ τους.

H φαινομενολογία του Χάιντεγκερ και οι διαφορές με αυτή του Χούσερλ

clip_image006Ενώ η πεποίθηση του Χούσερλ ήταν ότι η φιλοσοφία είναι ένας επιστημονικός τομέας που πρέπει να θεμελιωθεί σε μια φαινομενολογία που γίνεται κατανοητή ως επιστημολογία, ο Χάιντεγκερ άλλαξε ριζικά την άποψη αυτή. Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, η φιλοσοφία δεν είναι σε καμία περίπτωση ένας επιστημονικός τομέας, αλλά πιο θεμελιώδης από την ίδια την επιστήμη. Συνακόλουθα, αντί της φαινομενολογίας ως θεμελιωτικής μελέτης, την θεώρησε ως μεταφυσική οντολογία: «η ύπαρξη είναι το ορθό και μόνο θέμα της φιλοσοφίας», έγραψε. Ενώ για τον Χούσερλ στην εποχή η ύπαρξη εμφανίστηκε μόνο σαν απόρροια της συνείδησης, για τον Χάιντεγκερ η ύπαρξη είναι το αρχικό σημείο. Ενώ για τον Χούσερλ πρέπει να αποστασιοποιηθούμε από κάθε συμπαγή καθορισμό του εμπειρικού εγώ, για να μπορούμε να κατευθυνθούμε στο πεδίο της καθαρής συνείδησης, ο Χάιντεγκερ υποστηρίζει ότι «οι πιθανότητες και ο προορισμός της φιλοσοφίας είναι δεμένα στενά με την ανθρώπινη ύπαρξη, και ως εκ τούτου, με την προσωρινότητα και την ιστορικότητα».

 

Βιβλιογραφία

1. Παπαδόπουλος Παναγιώτης Σ., «Ιστορία και οντολογία της φύσης στη φαινομενολογία του E. Husserl», Λεβιάθαν 5 (1989), 107-115.

2. Spiegelberg, Herbert: «Φαινομενολογία». Μετάφρ. Ζηνοβία Δρακοπούλου. Εποπτεία 82 (1983), 769-771.

3. Δήμου-Τζαβάρα, Αναστασία, «Η φαινομενολογική μέθοδος από τον Husserl στον Heidegger”. Ζήνων 13-17 (1992-1996), 185-190.

4. Biemel, Walter, «Ἡ φαινομενολογία τοῦ E. Husserl » , Ἐποπτεία, 17 (1977), σσ. 629-632

5. Diemer, Alwin, «Ἡ φαινομενολογία καὶ ἡ ἰδέα τῆς φιλοσοφίας ὡς αὐστηρῆς ἐπιστήμης » , Δευκαλίων, 12 (1974), σσ. 482-504

6. Farber, Marvin, Φαινομενολογία. Οἱ σημερινές της διαστάσεις καὶ ἡ σχέση αὐτῆς πρὸς τὴν ψυχολογία, τὴν ψυχιατρική, τὸν Ὑπαρξισμὸ καὶ ἄλλες φιλοσοφικὲς κινήσεις, Ἀθήνα, Γρηγόρη, 1970

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Newsletter of Phenomenology (online-newsletter)

Studia Phaenomenologica ISSN 1582-5647

Ιαπωνικα εκτυπα (woodblock prints)

Woodblock printing in Japan  is a technique best known for its use in the ukiyo-e artistic genre; however, it was also used very widely for printing books in the same period. Woodblock printing had been used in China for centuries to print books, long before the advent of movable type, but was only widely adopted in Japan surprisingly late, during the Edo period (1603-1867). Although similar to woodcut in western printmaking in some regards, the moku hanga technique differs in that it uses water-based inks—as opposed to western woodcut, which often uses oil-based inks. The Japanese water-based inks provide a wide range of vivid colors, glazes, and transparency.

By the eleventh century, Buddhist temples in Japan produced printed books of sutras, mandalas, and other Buddhist texts and images. For centuries, printing was mainly restricted to the Buddhist sphere, as it was too expensive for mass production, and did not have a receptive, literate public as a market. However, an important set of fans of the late Heian period (12th century)—which contain painted images and Buddhist sutras—reveal from losses of paint that the underdrawing for the paintings was printed from blocks.

Not until 1590 was the first secular book printed in Japan. This was the Setsuyō-shū, a two-volume Chinese-Japanese dictionary. Though the Jesuits operated a movable type printing press in Nagasaki from 1590,[3] printing equipment brought back by Toyotomi Hideyoshi’s army from Korea in 1593 had far greater influence on the development of the medium. Four years later, Tokugawa Ieyasu, even before becoming shogun, effected the creation of the first native moveable type, using wooden type-pieces rather than metal. He oversaw the creation of 100,000 type-pieces, which were used to print a number of political and historical texts. As shogun, Ieyasu promoted literacy and learning, contributing to the emergence of an educated urban public.

Φωτογραφιες:

Παληες φωτογραφιες Αθηνας και Πειραια

Αθήνα

Η ίδρυση της Αθήνας χάνεται στην αχλύ του μύθου, καθώς είναι γενικά αποδεκτό ότι προϋπήρχε της Μυκηναϊκής Εποχής. Είναι γνωστό ότι πράγματι υπήρχαν προϊστορικά πολίσματα στην Αττική, αλλά από πότε ακριβώς πρωτοχρησιμοποιήθηκε για ένα τουλάχιστον από αυτά το όνομα «Αθήνα» είναι άγνωστο.

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στον Τίμαιο, Αιγύπτιοι ιερείς της Ίσιδος αποκάλυψαν στον Σόλωνα που τους επισκέφτηκε ότι, σύμφωνα με τα αρχεία τους, υπήρχε πόλη ακμάζουσα με το όνομα «Αθήνα» πριν από το 9600 π.Χ. Φυσικά η ακρίβεια της αναφοράς αμφισβητείται, όπως και ο υπολογισμός του έτους, αλλά ελλείψει ακριβέστερων στοιχείων και αναφορών, διατηρεί κάποια ενδεικτική αξία.

Πρώτος βασιλιάς της πόλης, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Κέκροπας κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. ή 3η χιλιετία π.Χ., από τον οποίο ονομάστηκε το τμήμα κείμενο μεταξύ Ακροπόλεως, Αχαρνών και Ελευσίνος Κεκροπία (Κεχρωπία). Οι κάτοικοι ήταν Ίωνες που εγκαταστάθηκαν στην αττική γη.

Ο γνωστός μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου φανερώνει την ύπαρξη σχέσης υποτέλειας της Αθήνας προς τη Μινωική Κρήτη, που έσπασε μετά την παρακμή του πολιτισμού αυτού. Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, βασιλιάς των Αθηνών μέχρι τον θάνατό του, οπότε και πέρασε ο θρόνος στον γιο του τον Θησέα. Τον θρόνο αμφισβήτησαν οι Παλλαντίδες γιοι του Πάλλαντος, αδελφού του Αιγέα, αλλά σφαγιάστηκαν από τον Θησέα, ο οποίος παρέμεινε βασιλιάς και κέρδισε ξανά την εύνοια των πολιτών του.

Κατά την Εποχή του Τρωικού Πολέμου η Αθήνα πήρε το μέρος των Μυκηνών, εκστρατεύοντας κατά της Τροίας με επικεφαλής τον Μενεσθέα και σημαντική στρατιωτική και ναυτική δύναμη 50 πλοίων (κατ’ εκτίμηση 1.650-2.750 άνδρες) όπως αναφέρεται στον κατάλογο πλοίων που αναφέρεται στην Ιλιάδα. Τα γεγονότα αυτά κατατάσσουν την Αθήνα, που καταλάμβανε τότε την Αττική, χωρίς τη Μεγαρίδα (που υπαγόταν στη Σαλαμίνα), και τον Ωρωπό (που ανήκε στη Βοιωτία), σε μια πολύ σημαντική ελληνική πόλη. Λειτουργούσαν όμως ήδη από το 3000 π.Χ. τα μεταλλεία Λαυρίου παρέχοντας στην πόλη μόλυβδο και άργυρο (αργότερα την Εποχή του Σιδήρου και σίδηρο). Η παραγωγή κεραμικών, λαδιού, μελιού και κρασιού, καθώς και μαρμάρου από την Πεντέλη, σε συνδυασμό με την εμπορική δραστηριότητα, σηματοδοτούν μια οικονομικά ακμάζουσα πόλη. Ο βαθμός ανεξαρτησίας της, όμως, λόγω της ηγεμονίας των Μυκηνών, ήταν μάλλον μικρός, μέχρι και την παρακμή του πολιτισμού αυτού[εκκρεμεί παραπομπή].

Η Αθήνα διέφυγε πάντως την καταστροφή ή υποδούλωση από την Κάθοδο των Δωριέων και συμμετείχε μάλλον χαλαρά στην «Πελοποννησιακή Συμμαχία».

Πειραιάς

Ο Πειραιάς σύμφωνα με τον Στράβωνα αλλά και σύγχρονων γεωλογικών μελετών ήταν κάποτε νησί το οποίο ενώθηκε με την Αττική μετά τις αποθέσεις του Κηφισού αλλά και άλλων ρεμάτων της περιοχής. Κατά τον Σουίδα υπήρξε κατά την τεταρτογενή περίοδο της ιστορίας νησί ενώ η πρωτοελλαδική ζωή στην πόλη εμφανίζεται γύρω στο 3000 π.Χ. Η περιοχή του Πειραιά φαίνεται να κατοικείται ήδη από τη νεολιθική περίοδο και έφτασε στο μεγαλύτερο σημείο ακμής στην κλασική εποχή, όταν ανακηρύχθηκε για πρώτη φορά σε δήμος, αποτελώντας συγκεκριμένα έναν από τους δήμους του άστεως της αρχαίας Αθήνας, και επιλέχθηκε ως το επίνειο της αθηναϊκής πόλης-κράτους.

Ακολούθησε μια μακρά περίοδος παρακμής όπου ο Πειραιάς ερημώθηκε κατά καιρούς, φτάνοντας μέχρι τον 19ο αιώνα και την μεταφορά της πρωτεύουσας του νεοσύστατου τότε ελληνικού κράτους στην Αθήνα το 1834, οπότε ξεκίνησε μια περίοδος ανάπτυξης της πόλης, με την σταδιακή αύξηση του πληθυσμού της και τον άρτιο πολεοδομικό της σχεδιασμό με βάση το σύστημα που εφάρμοσε ο Ιππόδαμος ο Μιλήσιος στον σχεδιασμό του αρχαίου Πειραιά, που αποτελεί πρότυπο πολεοδομικού σχεδιασμού μέχρι και σήμερα.

Μάλιστα ο Πειραιάς είχε προταθεί το 1832 από τον Gutensohn, αρχιτέκτονα του Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας, για πρωτεύουσα της Ελλάδας η οποία θα επεκτεινόταν σταδιακά προς την Αθήνα, αλλά τελικά έγινε το αντίστροφο αφού επιλέχθηκε η Αθήνα για πρωτεύουσα και ο Πειραιάς αργότερα ενσωματώθηκε στην περιφέρεια πρωτευούσης.

Άμεσες πηγές για τη μελέτη της ιστορίας και τοπογραφίας του Πειραιά αποτελούν οι διάφορες επιγραφές, ευρήματα αρχαίων τάφων, θεμέλια ναών, νεωσοίκων, κτιρίων και τειχών και αρχαίων λιμενικών έργων, σε συνδυασμό πάντα με τις περικοπές αρχαίων συγγραφέων που αναφέρονται στον Πειραιά.

Λενα Πλατωνος

Γεννήθηκε στις 21 Οκτωβρίου του 1951 στο Ηράκλειο Κρήτης, κόρη του Γεώργιου Πλάτωνος και της Αντιγόνης Αστρινάκη, μεγάλωσε όμως στην Αθήνα. Ο πατέρας της, Γεώργιος Πλάτων, ήταν γνωστός συνθέτης και πρώτος πιανίστας στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Η Λένα ξεκίνησε να παίζει πιάνο περίπου δυο ετών, και στη συνέχεια πήρε μαθήματα από τον πατέρα της. Σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών με την καθοδήγηση της Φοίβης Βάλληνδα και της Μαρίκας Παπαϊωάννου, και έγινε επαγγελματίας πιανίστα πριν κλείσει τα δεκαοκτώ, ενώ κέρδισε το 1963 το Α’ Βραβείο του Διαγωνισμού Καίτης Παπαϊωάννου. Έφυγε με υποτροφία για σπουδές στο εξωτερικό, πρώτα στην Ακαδημία της Βιέννης και έπειτα στο Βερολίνο, όπου ήρθε σε επαφή με τη ροκ, τη τζαζ και την ανατολική μουσική. Γύρισε στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και συνεργάστηκε με τον Ηρακλή Τριανταφυλλίδη και το συγκρότημά του DNA, για να ξαναφύγει το 1975 στο Βερολίνο και να επιστρέψει οριστικά το 1978. Μαζί με τον τότε σύζυγό της, τον συνθέτη Δημήτρη Μαραγκόπουλο, άρχισε να συνεργάζεται με το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, όπου και γνωρίστηκε με το Μάνο Χατζιδάκι, που ήταν τότε διευθυντής στο Τρίτο. Με τον Χατζιδάκι ανέπτυξε μια πολύχρονη επαγγελματική αλλά και φιλική σχέση. Συμμετείχε στην παραγωγή της εκπομπής Εδώ Λιλιπούπολη, γράφοντας στίχους και μουσική· δικές της συνθέσεις είναι ορισμένα από τα πιο γνωστά τραγούδια της εκπομπής, όπως τα Ρόζα-Ροζαλία και Ο Χορός των Μπιζελιών.

Το ντεμπούτο της στη δισκογραφία έγινε με το δίσκο Σαμποτάζ του 1981, που δημιουργήθηκε σε συνεργασία με τη Μαριανίνα Κριεζή, τη Σαβίνα Γιαννάτου -με τις οποίες είχε συνεργαστεί και στη Λιλιπούπολη- και τον τραγουδιστή Γιάννη Παλαμίδα. Ο δίσκος χαρακτηρίστηκε πρωτοποριακός για τα ελληνικά δεδομένα, τόσο για τη σύνθεση και τη στιχουργία όσο και για την έντονη χρήση του συνθεσάιζερ -με το οποίο η Πλάτωνος είχε αρχίσει να πειραματίζεται λίγο καιρό πριν- για πρώτη φορά στην ελληνική δισκογραφία. Ακολούθησε η κυκλοφορία 13 μελοποιημένων ποιημάτων του Κώστα Καρυωτάκη, έργο που είχε ολοκληρωθεί πριν το Σαμποτάζ αλλά κυκλοφόρησε δεύτερο μετά από επιμονή του διευθυντή της Lyra, Αλέκου Πατσιφά. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε Το ’62 του Μάνου Χατζιδάκι, με μινιμάλ ηλεκτρονικές διασκευές 12 τραγουδιών του συνθέτη.

Ακολούθησαν τρεις προσωπικοί δίσκοι, που καθόρισαν το στίγμα της στην ελληνική ηλεκτρονική μουσική και αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για μελλοντικές προσπάθειες: Μάσκες Ηλίου (1984), Γκάλοπ (1985), Λεπιδόπτερα (1986). Στους δίσκους αυτούς η Πλάτωνος στρέφεται ολοκληρωτικά στην ηλεκτρονική μουσική και σε πειραματικές κατευθύνσεις στη φόρμα, την ενορχήστρωση και το στίχο. Οι συνθέσεις της ακολουθούν μινιμαλιστικά μοτίβα με έντονη τη χρήση των πλήκτρων, σχηματοποιώντας προσεκτικά σκηνοθετημένα ηχοτοπία. Η φωνή, συχνά περασμένη από ηλεκτρονικά φίλτρα, άλλοτε παίζει κεντρικό ρόλο -έως και το μοναδικό σε συνθέσεις απαγγελίας- αλλά μπορεί και να χρησιμοποιείται και σαν απλό όργανο συνοδείας. Οι στίχοι της, συνήθως σουρεαλιστικοί στην εκφορά τους, είναι ωστόσο άμεσοι και θίγουν θέματα της καθημερινότητας και των προσωπικών σχέσεων, ειδικά του έρωτα και της αποξένωσης, και διακρίνονται για την τρυφερότητα και άλλες φορές την παιδική αθωότητά τους.

Ενδιάμεσα με τους παραπάνω, κυκλοφόρησε ο δίσκος Η Ηχώ και τα Λάθη της με παιδικά τραγούδια σε στίχους του Τζιάνι Ροντάρι, ενώ το 1986 η Πλάτωνος συνεργάστηκε με τους έτερους πρωτοπόρους της ηλεκτρονικής μουσικής στην Ελλάδα Μιχάλη Γρηγορίου και Βαγγέλη Κατσούλη στο έργο Μουσική για πλήκτρα. Το 1989 κυκλοφόρησε η παιδική όπερα Το Αηδόνι του Αυτοκράτορα, βασισμένη στο ομώνυμο παραμύθι του Άντερσεν, και δισκογραφικά η δεκαετία του ’80 έκλεισε με δυο ακόμα δίσκους χαμηλότερων τόνων και σκοτεινού ύφους, Το Σπάσιμο των Πάγων με το Γιάννη Παλαμίδα το 1989, βασισμένο περισσότερο στο πιάνο και τα φυσικά όργανα, και Μη μου τους Κύκλους Τάρατε το 1991. Το 1990 η Πλάτωνος συνεργάστηκε με το Διονύση Σαββόπουλο σε ζωντανές εμφανίσεις και στο δίσκο του Αναδρομή ’63-’89 και το 1991 με τη Δήμητρα Γαλάνη για τους Μύθους της Ευρώπης όπου έκανε την ενορχήστρωση σε τραγούδια Λένον, Βάιλ και άλλων.

Μετά από μια περίοδο αποχής από τη δισκογραφία και σταδιακής απομάκρυνσης και από τη δημοσιότητα, η Λένα Πλάτωνος επέστρεψε το 1997 με τις Αναπνοές σε συνεργασία με τη Σαβίνα Γιαννάτου, δίσκο με ερωτικά τραγούδια χαμηλών τόνων και ενορχηστρώσεις που πλησιάζουν το έντεχνο και τη τζαζ παρά την ηλεκτρονική μουσική. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφόρησε η συλλογή Το Μίξερ της Λένας Πλάτωνος με διασκευές τραγουδιών της από γνωστούς καλλιτέχνες της ελληνικής ηλεκτρονικής σκηνής (Coti K, Κωνσταντίνος Βήτα, Μιχάλης Δέλτα, ΙΟΝ κ.α.), που γνώριζε τότε ιδιαίτερη άνθιση. Το 2000 κυκλοφόρησε το δίσκο Η Τρίτη Πόρτα με μελοποιημένα ποιήματα του Θόδωρου Ποάλα που τραγούδησε η Μαρία Φαραντούρη.

Το Μάρτη του 2003 παρουσίασε συνολικά το έργο της σε εκδήλωση στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για την οποία τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν. Το Δεκέμβρη του 2005 εκδόθηκε το βιβλίο Τα Λόγια μου (εκδ. Οδός Πανός) με τους στίχους από τα τραγούδια της. Το Φεβρουάριο του 2008 το cd-single της Σ’ Αγάπησα κυκλοφόρησε σε 160.000 αντίτυπα μαζί με την "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία", ενώ στις 18 Μαρτίου του 2008 κυκλοφόρησε ο νέος της δίσκος Ημερολόγια, αυτοβιογραφικού χαρακτήρα, με τον οποίο επιστρέφει στον ηλεκτρονικό ήχο. Στις 28 Ιουλίου του 2008 έγινε στο Ηρώδειο συναυλία αναδρομής στο έργο της, όπου εκτός από την ίδια συμμετείχαν η Έλλη Πασπαλά, Μάρθα Φριντζήλα, Κωνσταντίνος Βήτα, o Γιάννης Παλαμήδας και ο Vassilikos από τους Raining Pleasure.

Η Λένα Πλάτωνος έχει γράψει επίσης μουσική για το θέατρο, για χοροδράματα και για την τηλεόραση, καθώς και έργα κλασικής μουσικής. Εκτός από τη μουσική ασχολείται και με τη ζωγραφική και τις μινιατούρες και έχει εκθέσει κατά καιρούς έργα της, ενώ έχει φιλοτεχνήσει η ίδια τα εξώφυλλα σε αρκετούς από τους δίσκους της.

Δισκογραφία

  1. Σαμποτάζ (Lyra 1981, με το Γιάννη Παλαμίδα και τη Σαβίνα Γιαννάτου, σε στίχους Μαριανίνας Κριεζή)
  2. Καρυωτάκης-13 Τραγούδια (Lyra 1982, με τη Σαβίνα Γιαννάτου σε ποίηση Κώστα Καρυωτάκη)
  3. Το ’62 του Μάνου Χατζιδάκι (Lyra 1983, με τη Σαβίνα Γιαννάτου)
  4. Μάσκες Ηλίου (Lyra 1984)
  5. Η Ηχώ και τα Λάθη της (Σείριος 1985, με τη Σαβίνα Γιαννάτου σε ποίηση Τζιάνι Ροντάρι)
  6. Γκάλοπ (Lyra 1985)
  7. Λεπιδόπτερα (Lyra 1985)
  8. Το Αηδόνι του Αυτοκράτορα (Lyra 1989, παιδική όπερα, διασκευή του παραμυθιού του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν)
  9. Το Σπάσιμο των Πάγων (Σείριος 1989, με το Γιάννη Παλαμίδα)
  10. Μη Μου τους Κύκλους Τάρατε (Ακτή 1991, με τις Κατερίνα Κούκα, Κατερίνα Νιτσοπούλου)
  11. Αναπνοές (Lyra 1997, με τη Σαβίνα Γιαννάτου)
  12. Η Τρίτη Πόρτα (MINOS 2000, με τη Μαρία Φαραντούρη σε ποίηση Θόδωρου Ποάλα)
  13. Χίλιες και Μια Μελωδίες (Lyra 2000, συλλογή)
  14. Σ’ αγάπησα (Οδός Πανός 2008, cd-single)
  15. Ημερολόγια (Οδός Πανός 2008)
  16. Κωνσταντίνος Καβάφης 13 Τραγούδια (Inner Ear records 2010, με το Γιάννη Παλαμίδα, σε ποίηση Κ.Π. Καβάφη)

Συμμετοχές

  1. Εδώ Λιλιπούπολη (MINOS 1980)
  2. Μουσική για πλήκτρα (Music Box 1987)
  3. Αναδρομή ’63-’89 του Διονύση Σαββόπουλου (Polydor 1990)
  4. Μύθοι της Ευρώπης της Δήμητρας Γαλάνη (MINOS 1991)